Το Κουτσό
[:προσευχή /στους κήπους της έπαυλης]
Όταν τα όργανα σπάνε και αχρηστεύονται, όταν τα σχέδια ματαιώνονται και δεν έχει πια νόημα η προσπάθεια, ο κόσμος εμφανίζεται με μια παιδική τρομερή δροσιά, αιωρούμενος χωρίς ίχνη στο κενό. Αυτή η δροσιά τυλίγει τις «Ωδές Στον Πρίγκιπα». Στις γραμμές, τις επιφάνειες και τους όγκους του έργου ο Ασλάνογλου βήμα προς βήμα προφασίζεται «αιώνια άνοιξη» και ορκίζεται στα πνεύματα μιας ηλιόλουστης χειμωνιάτικης μέρας προκαλώντας τον Raoul Penman μες στα παράσιτα και τους πομπούς να σπάσει
– σχεδόν ανεμπόδιστος για οποιαδήποτε πίστη – τη «μηχανική καρδιά της πόλης» για να δει τι έχει μέσα το ποίημα. Κι όταν τη σπάει, μένει «από ανέκαθεν» έκθαμβος· φώτα και στάχτη, ρόδο κι αγκάθια , σώμα και θρύψαλα, όλα γίνονται διάφανα• και τι άλλο θα μπορούσε να φανεί, τι άλλο είναι η ψυχή του ποιήματος;
Μάντεψε κόπιασε, νιώσε λίγο μετά τις 22:00 εδώ: https://metadeftero.gr/