Κάποιοι συγγραφείς, σε συζητήσεις μας, έχουν κάνει λόγο για κάποιο τυχαίο γεγονός, μια φευγαλέα σκέψη, ένα τραγούδι, κάποιο άλλο βιβλίο, μια προσωπική ιστορία κ.τ.λ.
Στη περίπτωση του Δημήτρη Σωτάκη και του Κανίβαλου που έφαγε έναν Ρουμάνο, δεν μπορώ να φανταστώ την αιτία ή την αφορμή. Ένας άντρας λοιπόν, ο Ζέριν , νιώθει μία ακαταμάχητη έλξη για την Ρουμανία χωρίς να την έχει επισκεφθεί ούτε μία φορά. Στη γειτονιά μετακομίζει μία οικογένεια Ρουμάνων και χωρίς να χάσει ευκαιρία εισβάλλει στην ζωή τους με σκοπό να τους γίνει απαραίτητος.
Ένα ερωτικό τρίγωνο σχηματίζεται και ένα περίεργο παιχνίδι για την απομάκρυνση του συζύγου ξεκινάει. Στην αρχή βέβαια δεν υπήρχε τέτοιου είδους πρόθεση, αλλά ο έρωτας του Ζέριν για την Ιονέλα εκτόπισε την ύπαρξη του Φλάβιου, του συζύγου.
Για να είμαστε ακριβείς ο Ζέριν, είχε ερωτευτεί την οικογένεια του Φλάβιου. Την γυναίκα του και τα δύο του παιδιά, οπότε ο Φλάβιου ήταν περιττός.
Η γραφή του Δημήτρη Σωτάκη είναι ανάλογη της υπόθεσης. Χωρίς πομπώδεις περιγραφές, αλλά με μία ιδιόμορφη ηρεμία που χαρακτηρίζει και τους ήρωές του, ξετυλίγει την υπόθεση, που σε ύφος μου θυμίζει πολύ τον Κυνόδοντα. Το παρανοϊκό γίνεται αποδεκτό και το τέλος της υπόθεσης ανάμνηση θαμμένη στα κατάστιχα του μυαλού, σε σημείο τέτοιο που καταλήγει να είναι σχεδόν ανύπαρκτη.