ΕΡΤ ΑΕ 1975-2015
Ελληνική Ραδιοφωνία 1975-2015
γράφει ο Γιώργος Μητρόπουλος
Αθήνα, 15 Μαΐου 2015
Ευτύχησα της “χαριστικής δωρεάς” να βρεθώ 19 χρονών (πρωτοετής φοιτητής της Νομικής) στην ομάδα του Μάνου Χατζιδάκι στο ιστορικό Τρίτο Πρόγραμμα.
Φθινόπωρο του 1975 για τρεις μήνες μαθητευόμενος μάγος στην ηχοληψία στο Studio B της ελαφράς ορχήστρας πλάι στον κο Βίχενμπαχ και στον κο Μπρούνο Σανιτά – δύο ηρωικά πρόσωπα για τον εξής λόγο: το 1944 όταν τα στρατεύματα κατοχής αποχωρούσαν από την Αθήνα, σε αυτούς τους δύο ανατέθηκε να ανατινάξουν τις αγκαταστάσεις του Ε.Ι.Ρ. στο Ζάππειο. Παρέβησαν την εντολή και κρύφτηκαν. Στη συνέχεια η ελληνική πολιτεία τούς προσέλαβε τιμής ένεκεν ως ηχολήπτες στην Ελληνική Ραδιοφωνία.
Δεν έγινα ηχολήπτης, αλλά μουσικός παραγωγός. Η πρώτη μου εμπλοκή ήταν στην πρωινή ζώνη του Α’ Προγράμματος, όπου είχα τη μουσική επιμέλεια της εκπομπής του Δημήτρη Σαπρανίδη και του Στέφανου Μεσσήνη, σχεδόν ταυτόχρονα η Σοφία Μιχαλίτση με καλούσε στο Β’ Πρόγραμμα όπου παρουσίαζα την ημίωρη εβδομαδιαία εκπομπή “Στο ρυθμό της εποχής μας” και μετ’ ολίγον, μ’ αυτή τη μικρή προπαίδεια ο Χατζιδάκις με έμπλεξε για τα καλά στο Τρίτο Πρόγραμμα με την εκπομπή “Το ελληνικό τραγούδι στο Τρίτο, 10:00-11:00 το πρωί επτά ημέρες την εβδομάδα.
Κάπως έτσι ξεκίνησε ο χαρούμενος Γολγοθάς της διαδρομής μου πίσω από τα μικρόφωνα της δημόσιας ραδιοφωνίας που κόπηκε βίαια την αποφράδα ημέρα 11-6-2013 με το αδιανόητο μαύρο της κυβέρνησης Σαμαρά, αλλά συνεχίζεται ακόμα πίσω από τα μικρόφωνα του Μεταδεύτερου.
Αλλά εδώ δεν θέλω να μιλήσω για τη δική μου διαδρομή στο χώρο της πολιτιστικής παραγωγής και διαμεσολάβησης, αλλά για την μεταπολιτευτική ιστορία της ελληνικής ραδιοφωνίας τα τελευταία 40 χρονια, όπως τη βίωσα ο ίδιος από μέσα – μια ιστορία που σε ανάλογες εκδόσεις (πχ. λεύκωμα για τα 70 χρόνια της Ε.Ρ.Α.) παραχαράχθηκε και αλλοιώθηκε βάναυσα.
Είναι χρήσιμο να διαχωρίσουμε και να διακρίνουμε αυτή τη διαδρομή σε τρεις περιόδους:
1975-1989 Η ραδιοφωνική άνοιξη του χατζιδακικού Τρίτου μέχρι το 1982, την οποία διαδέχθηκε η άνοιξη του Β’ Προγράμματος της δεκαετίας του ’80 μετά την εκπαραθύρωση του Μ. Χατζιδάκι στα τέλη του ’81, καθώς μοιάζει να απειλούσε η παρουσία του εκεί το σοσιαλιστικό όραμα της νέας κυβέρνησης.
1989-2000 Η περίοδος της πτώσης που συνδέεται με το σπάσιμο του μονοπωλίου στα ερτζιανά και τα πρώτα δείγματα γραφής της ιδιωτικής ραδιοφωνίας, αφού προηγήθηκαν τα “αντάρτικα” του Έβερτ (98.4) και αντίστοιχα του Κούβελα στη συμπρωτεύουσα.
2000-2013 Η περίοδος της απόλυτης άλωσης, απαξίωσης και χειραγώγησης της Ε.Ρ.Α. από τα ιδιωτικά ανταγωνιστικά συμφέροντα. Ολόκληρη η ΕΡΤ και η ραδιοφωνία διοικούντα από εγκα΄θετους που έρχονται από την αγορά.
Ο Χατζιδάκις εκέι γύρω στο ’79, σε ένα από τα περίφημα σχόλιά του στο Τρίτο Πρόγραμμα, αποκαλεί την ΕΡΤ ορνιθοκομείο. Η αλήθεια είναι ότι και εμάς τους νέους συνεργάτες του μας φάνηκε υπερβολικός ο χαρακτηρισμός. Φευ – με το διάβα των χρόνων επιβεβαιώθηκε στον περθετικό.
Η ραδιοφωνική άνοιξη
Το 1975 ο Μάνος Χατζιδάκις αναλαμβάνει την ελληνική ραδιοφωνία, αλλά για λόγους που παραμένουν αδιευκρίνιστοι, πολύ γρήγορα περιορίζεται στο ρόλο του διευθυντή του Τρίτου Προγράμματος. Με γρήγορους ρυθμούς συγκεντρώνει γύρω του μια ευάριθμη ομάδα από νέους ταλαντούχους συνεργάτες και με πυρετώδεις ρυθμούς αποδύεται στην ανάπτυξη ενός ραδιοφωνικού προγράμματος όπου εκφράζονται πολλές και διαφορετικές σχολές σκέψης και πολιτισμού. Η ομάδα είναι ένα μωσαϊκό από ανθρώπους που έρχονται από τη Γαλλία, τη Βιέννη, τη Γερμανία, την Αμερική και ένας μεγάλος αριθμός νέων εντός συνόρων.
Θυμάμαι την πρώτη συγκέντρωση – σύσκεψη όλων των συνεγατών που επέλεξε, με μία ευάριθμη ομάδα υπαλλήλων καριέρας που κληρονόμησε από την προηγούμενη κατάσταση του τρίτου. Αυτό που ακούσαμε ήταν άκρως ριζοσπαστικό και συνάμα σαγηνευτικό: “Εδώ μέσα οι άνθρωποι χτυπάνε κάρτα παρουσίας. Εσείς οι συνεργάτες μου δεν θα χτυπάτε κάρτα, δεν με ενδιαφέρει πού θα φτιάχνετε την εκπομπή σας, στο βουνό, στη θάλασσα, στο κρεβάτι με το κορίτσι σας – όποια κατάσταση σας εμπνέει, τέλος πάντων. Σε ένα πράγμα θα είμαι άτενγκτος: Θέλω το καλύτερό σας και στην ώρα του.”
Όπως αντιληφθήκαμε, όμως, πολύ γρήγορα, βρεθήκαμε στους διαδρόμους και στους ραδιοθαλάμους του πρώτου ορόφου δέκα με δώδεκα ώρες κάθε μέρα με μια δίωρη διακοπή για φαγητό στην κυρά – Μαρία στο Χαλάνδρι το μεσημέρι και μετά το πέρας της μέρας στις θρυλικές ολονυχτίες στο Μαγεμένο Αυλό στην πλατεία Προσκόπων στο Βατραχονήσι, στέκι του Χατζιδάκι από τα πρώτα χρόνια της δεκαετίας του ’60, που κατά κάποιους αποτέλεσε το στρατηγείο του Μάνου την περίοδο του Τρίτου.
Με γρήγορους ρυθμούς ξετυλίγει το όραμά του, τόσο σε επίπεδο ροής αλλά κυρίως σε ένα πρωτόφαντο για τα ραδιοφωνικά χρονικά σχέδιο να βγάλει το ραδιόφωνο εκτός στούντιο και τειχών της ραδιοφωνίας. Αρχίζουν οι πρώτες απόπειρες με δράσεις πολιτισμού και επιτόπιες μεταδόσεις από την Εθνική Πινακοθήκη και το Πνευματικό Κέντρο του Δήμου Υμηττού που ίδρυσε ο Ανδρέας Λεντάκης.
Ιδρύει τη Μουσική Ακαδημία Κρήτης που αποτελεί προπομπό των δράσεων στα Ανώγεια της Κρήτης ’79, ’80, ’81 και του δύο μεγαλειώδεις Μουσικούς Αύγουστους ’80 και ’81 στο Ηράκλειο της Κρήτης.
Το Τρίτο αποκτά δυσθεώρητες ακροαματικότητες πανελλαδικά. Αξίζει να αναφέρω πως όσα χρόνια κράτησε αυτό το ραδιοφωνικό big bang, κάθε βράδυ που αφήναμε πίσω μας το ραδιομέγαρο ήταν αβέβαιο αν θα επιστρέψουμε την επόμενη μέρα. Το πολιτιστικό εγχείρημα του Μάνου απέκτησε φανατικούς εχθρούς εντός και εκτός των τειχών, και όσο η φήμη του απλωνόταν, άλλο τόσο ο σφοδρός πόλεμος εναντίον το Μάνου κλιμακωνόταν. Η αγία ΠΟΣΠΕΡΤ, ο πανελλήνιο μουσικός σύλλογος και σύμπας ο κίτρινος και ημικίτρινος τύπος πρωτοστατούσαν, αλλά το ίδιο συνέβαινε και με τους πολιτικά προϊστάμενους της ΕΡΤ υπουργούς.
Τον είδα να ακούει στο τηλέφνωο υπουργούς που ωρύονταν και με σαρδόνιο χαμόγελο να απαντάέι “είσθε βλαξ” και να τους κλείνει το τηλέφωνο κατάμουτρα. Τι κράτησε ανοιχτό το Τρίτο για χρόνια; Ο αστικός μύθος πως είχε την αμέριστη στήριξη του Κωνσταντίνου Καραμανλή, μύθος γιατί η αλήθεια είναι πως υπήρξαν την επίμαχη περίοδο δύο φανατικοί υποστηρικτές του Μάνου και του Τρίτου στο διοικητικό συμβούλιο της ΕΡΤ: η Νίκη Γουλανδρή και ο συνθέτης Λεωνίδας Ζώρας.
Το 1981 Το ΠΑΣΟΚ παίρνει την εξουσία και μετ’ ολίγον ο Χατζιδάκις εκπαραθυρώνεται. Μια δράκα συνεργατών του διαγκωνίζεται για την καρέκλα του, την κερδίζει ο Κυριάκος Σφέτσας και το Τρίτο γνωρίζουμε όλοι πού επέστρεψε. Τέλος, λοιπόν, η ραδιοφωνική έκρηξη που αποτέλεσε το soundtrack της πρώτης επταετίας της Μεταπολίτευσης.
1982 – Η Σοφία Μιχαλίτση, διευθύντρια του Β’ Προγράμματος, καλεί αρκετούς από τους συνεργάτες του Μάνου, ανάμεσά τους και η αφεντιά μου, να συνεχίσουμε την εργασία μας στο Δεύτερο. Μοιραία ακολουθεί μια δεύτερη ραδιοφωνική άνοιξη, σε έναν διαφορετικό αισθητικό αναβαθμό, είναι η αλήθεια, που συνοδεύει το όραμα της “νέας σοσιαλιστικής (ο θεός να την κάνει) διακυβέρνησης της χώρας, η οποία όπως κάθε άνοιξη πέφτει θύμα μιας νέας κατάστασης πραγμάτων (πρασινοφρουροί, κομματικά παραμάγαζα, συντεχνίες, εργατοπατερισμός και άλλες παθογένειες) και κλείνει με το άνοιγμα της αγοράς στα τέλη της δεκαετίας του ’80.
1989- 2000 Η περίοδος της παρακμής
Με το άνοιγμα των δημοτικών, διαδημοτικών και ιδιωτικών ραδιοσταθμών, η ελληνική ραδιοφωνία παρακμάζει καθώς οι διευθυντικές θέσεις παραδίδονται σε κομματικά στελέχη, αφισσοκολλητές που μοιάζει να μην έχουν και πολλή σχέση με αυτό που λέμε πολιτιστικό ραδιόφωνο. Υπομείναμε – όχι αδιαμαρτύρητα κάποιοι από μας – ανεκδιήγητους διευθυντές και γελάσαμε μέχρι δακρύων με τη σοβαροφάνεια και τον αναλφαβητισμό τους. Το ’96 η αγορά που αναπτύχθηκε ανορθόδοξα αρχίζει να καταρρέει και μέσω της κομματικής καμαρίλας τα καλοπληρωμένα φυντάνια της επανέρχονται να μας διοικήσουν συνοδευόμενοι από αυλές – αγέλες παρατρεχάμενων. Παράλληλα οι παθογένειες που ανέφερα πιο πάνω μορφοποιούνται, οργανώνονται και γιγαντώνονται. Έτσι φτάνουμε στο ’98 από όπου ξεκινάει η μακρά περίοδος της άλωσης, της αλλοίωσης και εν τέλει της απαξίωσης της Ελληνικής Ραδιοφωνίας πλην ελαχίστων νησίδων που κρατάνε στα χέρια τους οι εσωτερικοί παραγωγοί, γνώστες και συνεχιστές της μεγάλης “σχολής” του δημόσιου ραδιοφώνου, και με τον όρο σχολή εννοώ τα εμπειροτεχνικά δεδομένα μιας αναπόδραστα εμπειροτεχνικής εργασίας έτσι όπως διαμορφώθηκαν από ιδρύσεως του Ε.Ι.Ρ. και βελτιώθηκαν, εμπλουτίστηκαν και παραδόθηκαν στους επόμενους.
Από το 2000 και μετά τίποτα δεν γίνεται βάσει κριτηρίων αξιοκρατίας και αξιοθεσίας αλλά με κριτήρια αρέσκειας και απαρέσκειας των εγκάθετων διοικήσεων. Ένας άλλος κρίσιμος και εν τέλει μοιραίο λόγος που η ραδιοφωνία (εκτός των εξωγενών παραγόντων που αναφέραμε ήδη) καταδικάστηκε σε μαρασμό και ανυποληψία έχει να κάνει με την επιλογή να πριμοδοτηθεί για λόγους αποτελεσματικότητας η εικονολατρικής κοπής αδελφή μας τηλεόραση. Τούτο ο Χατζιδάκις το διέγνωσε και το έθεσε έγκαιρα, αλλά δεν κατέστη εφικτό να το επιλύσει. Πολύ πρώιμα ο Μάνος διεκδίκησε – με το σκεπτικό ότι η τηλεόραση είναι ένα αδηφάγο οικονομικά μέσο – να έχει η ραδιοφωνία το δικό της μερίδιο από το τέλος της ΔΕΗ για την ΕΡΤ, διαφορετικά, όπως προφητικά έλεγε, αν δεν διαχωριστούν οικονομικά τα δύο μέσα, ο πτωχός συγγενής που έγινε η ραδιοφωνία ήταν καταδικασμένος σε μαρασμό και ανυποληψία, όπερ και εγένετο.
Πώς φτάσαμε στο Μαύρο και τι συνέβη μετά το Μαύρο
Με την πάροδο του χρόνου και κυρίως της πρώτης δεκαετίας του νέου αιώνα, οι χρόνιες ενδοερτικές παθογένειες θέριεψαν, πράγμα που εκ του αποτελέσματος δείχνει να συνέβαινε σε ευρεία κλίμακα στο κρατίδιο του Νότου. Ο εργατοπατερισμός κυριάρχησε και συνέπλευσε αγαστά με τις ευγενείς κατηγορίες εργαζομένων (μανδαρίνων) που αναπτύχθηκαν σε πολλά επίπεδα του οργανισμού. Η κομματική καμαρίλα και το άκρατο πελατειακό σύστημα ακούμπησε στέρεα στο διευθυντικό κατεστημένο, όλα μαζί διαπλέχθηκαν έτσι ώστε η κατάσταση να είναι ζοφερή. Οι πραιτωριανοί (συνδικάτα ΠΟΣΠΕΡΤ-ΕΣΗΕΑ, διευθυντικό κατεστημένο, τζάνκια του γυαλιού, κομματικά παραμάγαζα – κλαδικές, οι ευγενείς ειδικότητες με παχυλές αμοιβές) υποδέχονταν τις ουρανοκατέβατες διοικήσεις και η ιστορία εξελίχθηκε σε ένα τεράστιο φαγοπότι. Μέχρι πρότινος η ΕΡΤ-ΑΕ πρόσφερε στον εκάστοτε πρόεδρο και γραμματέα του συνδικάτου απολαβές γενικού διευθυντή. Με τη σειρά του το συνδικάτο έκανε τα στραβά μάτια στη μίζα και τη διασπάθιση χρήματος, συνδιοικούσε απροκάλυπτα και συν-κονομούσε, είχε λόγο στις τοποθετήσεις διευθυντών και άλλων στελεχών με απαραίτητη προϋπόθεση να διαθέτουν τη μαγική πράσινη ή μπλε κάρτα του μέλους του κόμματος, χωρίς να εξαιρούνται τα άλλα χρώματα, αφού στη νομή της πίτας κυριάρχησε η ποσόστωση που αντιστοιχούσε στην κοινοβουλευτική δύναμη κάθε κόμματος. Οι χαμένοι των εκλογών για την ανάδειξη του προεδρείου της ομοσπονδίας διορίζονταν επικεφαλής γενικών διευθύνσεων ή στέλνονταν εκπρόσωποι των εργαζομένων στο ΔΣ της εταιρείας, χώρια οι ευάριθμες επιτροπές που συμμετείχαν οι υμέτεροι επ’ αμοιβή, τα πάσης φύσεως επιδόματα και εκατομμύρια ευρώ για διάφορα μεγαλόπνοα σχέδια που μαγικά χάνονταν σε υπόγειες διαδρομές (π.χ. η αναβίωση του Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσαλονίκης). Πολλοί παραπέμφθηκαν σε δίκες ή οι υποθέσεις τους είναι στους εισαγγελείς. Απ’ την άλλη μεριά φωτεινές εξαιρέσεις και ικανοί άνθρωποι που αντιστέκονται σε αυτή τη λαίλαπα και πασχίζουν να κρατήσουν όρθιο ό,τι μπορεί να κρατηθεί και παραδίπλα μια μάζα ιδρυματοποιημένη από το ευνουχιστικό οχτάωρο και τον τρόμο της εξουσίας των από πάνω. Ήταν θέμα χρόνου λοιπόν όλο αυτό το “θεολογικό παράδοξο” να συναντηθεί με μια ανεγκέφαλη και αυταρχική κυβέρνηση, έγινε το αναμενόμενο και έγινε με τους χειρότερους όρους. 11-6-2013 η κυβέρνηση κατεβάζει τους διακόπτες, μια βόμβα νετρονίου πέφτει στο ραδιομέγαρο της Αγίας Παρασκευής, εξαερώνονται συμβάσεις, υπάλληλοι και πέφτει σκότος, και τότε ώ του θαύματος οι ηθικοί αυτουργοί αυτής της κατάντιας (συνδικάτα, διευθυντικό κατεστημένο και τα ψώνια του γυαλιού) τινάζουν τη σκόνη και ετσιθελικά αναλαμβάνουν τα ηνία του αγώνα. Αρωγοί τους κομματικοί ινστρούχτορες γνωστοί και μη εξαιρεταίοι εγκαθίστανται στο κτίριο και προσφέρουν τεχνογνωσία αγωνιστική. Από κοντά τα συνήθη “γραφεία τελετών”, οι ορδές των εργατολόγων που μύρισαν σάρκα. Τι κι αν φωνάζαμε αρκετοί από τους απολυμένους για την ανάγκη δημιουργίας συμβουλίου των απολυμένων που θα εκλεγεί από τους ίδιους τους εργαζόμενους για να αναλάβουν τον αγώνα. Τα πράγματα πήραν το δρόμο τους και τα αποτελέσματα ήταν προβλέψιμα.
Την πρώτη περίοδο και όσο είχαμε το ραδιομέγαρο, το ραδιόφωνο (7 προγράμματα σε 1) έχασε τις εντυπώσεις, αντίθετα με την τηλεόραση που δημιούργησε ένα ενδιαφέρον προηγούμενο. Το κτίριο εν τέλει παραδόθηκε μετά από επτά μήνες με τη βελούδινη αποβολή μας τα χαράματα εκείνης της Τετάρτης, ακολούθησαν οι δραματικές συνελεύσεις των απολυμένων στον πρώτο όροφο της ΕΣΗΕΑ, μεγάλος καυγάς (υπάρχουν βίντεο και άπειρες μαρτυρίες) για το πάπλωμα, ήτοι τα ταμεία των συνδικάτων αλλά κυρίως το ταμείο των απεργών, οι μέχρι χθες σύμμαχοι ξαφνικά έγιναν εχθροί. Κυριάρχησε η τεχνογνωσία των εργατοπατέρων και όλοι οι άλλοι υποτάχθηκαν πειθήνια. Οι προσωπικές διαδρομές ξεκίνησαν από την πρώτη μέρα αλλά μετά τις συνελεύσεις-χάβρα συνεχίστηκαν απερίσπαστα και μεθοδικά, και έγινε κάτι εκπληκτικό: τόνοι ροζ μπογιάς ξοδεύτηκαν για να αναβαπτισθεί το βαθύ πράσινο σε ροζ, αλλά ακόμη κι όταν ήταν πειστική η μετάλλαξη, η ρίζα αμείλικτη συνέχιζε να βγαίνει πράσινη.
Με κόπο στήθηκε το ertopen, δηλαδή ένα πρόχειρο αλλά καλά εξοπλισμένο στούντιο για το ενημεριωτικό Πρώτο Προγραμμα, χρειάσθηκε μεγάλη πίεση από 5-6 ανθρώπους που όλα αυτά τα χρόνια δρούσαμε στο χώρο του πολιτιστικού ραδιοφώνου για να στηθεί απρόθυμα από τους εργατοπατέρες και το συντονιστικό – το όργανο όπου οχυρώθηκαν οι άλλες παλαιοερτικές παθογένειες – ένα στούντιο εκστρατείας 2Χ3 για το Δεύτερο Πρόγραμμα. Στην πρώτη συνάντηση της παραγωγικής ομάδας (αποτελούνταν από δέκα με είκοσι απλυμένους παραγωγούς και τεχνικούς και εξήντα με εβδομήντα αλληλέγγυους που είχαν εμπειρία πολύτιμη, κλήθηκαν και προσέτρεξαν) ο Κώστας Τριπολίτης βάφτισε το Μεταδεύτερο. Ξεκινήσαμε να εκπέμπουμε 15 με 20 μέρες μετά το Πρώτο Πρόγραμμα στις 16/12/2013 και τα αποτελέσματα σε επίπεδο ακροαματικότητας ήταν πέρα από κάθε προσδοκία. Ξαφνικά οι εργατοπατέρες αποφάσισαν να υποκαταστήσουν το κενό της διοίκησης και μάλιστα με στρατιωτικού τύπου ένδυμα, άρχισαν οι τριβές και ήταν βέβαιο πως για την “ουσιαστικά αυτοδιαχειριζόμενη” ομάδα που παρήγαγε το πρόγραμμα του Δεύτερου-Μεταδεύτερου δεν υπήρχαν πολλές επιλογές. Ή θα αποδομούσε το κλίμα εσωστρέφειας και ιδιοκτησίας του αγώνα ή θα προχωρούσε στη σύγκρουση με όλο αυτό το συρφετό και στην αναζήτηση αναβαθμισμένης υποδομής για να συνεχίσει την εργασία του.
Η υπονόμευση ξεκίνησε από την πρώτη μέρα, μας προσφέρθηκε για να εκπέμψουμε το ιστορικό Β’ Πρόγραμμα μια κονσόλα έξι εξόδων και μικρόφωνα – κάσκες, αυτά που φέρουν οι παρουσιαστές ποδοσφαιρικών αγώνων.
Αποχωρήσαμε ή ακριβέστερα αναγκαστήκαμε σε φυγή από το νοσηρό περιβάλλον και φιλοξενηθήκαμε στις εγκαταστάσεις του Pressproject και στις 18/3/2014 οι εργατοπατέρες μας έριξαν το δεύτερο μαύρο δέκα μήνες μετά το πρώτο. Μας απέβαλαν από τη διαδικτυακή πλατφόρμα του ertopen με πολλή λάσπη και συκοφαντίες, μας βάφτισαν διασπαστές και θεώρησαν ότι ξεμπέρδεψαν. Το εντυπωσιακό και συνάμα απαράδεκτο είναι πως από τον τρόμο των συνδικαλιστών ή ίσως του αποτελέσματος της εργασίας μας, όλες οι άλλες συντεχνίες σφύριζαν αδιάφορα, εκείνοι οι ίδιοι που ετεροχρονισμένα και εκ του ασφαλούς επιτίθενται σήμερα με σφοδρότητα εναντίον των εργατοπατέρων.
Εν κατακλείδι το metadeftero.gr είναι η συνέχεια του Δεύτερου που σηκώσαμε στο διαδίκτυο στις 16/12/2013, εκπέμπει ανελλιπώς εικοσιτετράωρο πρόγραμμα και από τις 16/6/2014 από τις δικές του εγκαταστάσεις σε χώρο που μας προσφέρθηκε από ομοϊδεάτες μας στα ζητήματα πολιτισμού – από την οικογένεια Μπουρζίκου που έχει το ιστορικό δισκοπωλείο (από το 1962) Musiccorner, Πανεπιστημίου 56 και Εμμ. Μπενάκη και από την διαδικτυακή διεύθυνη metadeftero.gr
Αυτά συνέβησαν στην Αθήνα, οι απολυμένοι της Θεσσαλονίκης και των Περιφερειακών Ραδιοσταθμών είναι καταλληλότεροι να κομίσουν το δικό τους αφήγημα για την εν λόγω περίοδο.
Αθήνα, 15 Μαΐου 2015
Γιώργος Μητρόπουλος
ΥΓ Τις μέρες που γραφόταν αυτο το κείμενο ανακοινώθηκε το ΔΣ της ΕΡΤ ΑΕ της μετά το Μαύρο εποχής και ο διευθύνων σύμβουλος. Πέρα από την ονοματολογία, μένει να δούμε το χάρτη του νέου οργανισμού καθώς το να προλέγει κανείς δεν έχει κανένα νόημα. Θέλω και ελπίζω οι εξελίξεις να έχουν θετικό πρόσημο.